- χρυσελεφαντηλεκτρος
- χρυσελεφαντήλεκτροςχρῡσ-ελεφαντ-ήλεκτρος2отделанный золотом, слоновой костью и электром
(ἀσπίς Mamercus ap. Plut.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(ἀσπίς Mamercus ap. Plut.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
χρυσελεφαντήλεκτρος — ον, Α κατασκευασμένος από χρυσό, ελεφαντόδοντο και ήλεκτρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * + ἐλέφας, αντος «ελεφαντόδοντο» + ἤλεκτρον] … Dictionary of Greek
χρυσελεφαντηλέκτρους — χρῡσελεφαντηλέκτρους , χρυσελεφαντήλεκτρος of gold masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)